επουλωτικός

επουλωτικός
η , ό[ν]
1) затягивающий, зарубцовывающий, заживляющий, целебный (тж. перен. )

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Нужно сделать НИР?

Смотреть что такое "επουλωτικός" в других словарях:

  • επουλωτικός — ή, ό (AM ἐπουλωτικός, ή, όν) ο κατάλληλος για επούλωση, αυτός που επουλώνει …   Dictionary of Greek

  • επουλωτικός — ή, ό επίρρ. ά που επουλώνει, ο κατάλληλος για επούλωση, που συντελεί σ αυτή …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • ἐπουλωτικά — ἐπουλωτικός promoting cicatrization neut nom/voc/acc pl ἐπουλωτικά̱ , ἐπουλωτικός promoting cicatrization fem nom/voc/acc dual ἐπουλωτικά̱ , ἐπουλωτικός promoting cicatrization fem nom/voc sg (doric aeolic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπουλωτικώτερον — ἐπουλωτικός promoting cicatrization adverbial comp ἐπουλωτικός promoting cicatrization masc acc comp sg ἐπουλωτικός promoting cicatrization neut nom/voc/acc comp sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπουλωτικῶν — ἐπουλωτικός promoting cicatrization fem gen pl ἐπουλωτικός promoting cicatrization masc/neut gen pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπουλωτικόν — ἐπουλωτικός promoting cicatrization masc acc sg ἐπουλωτικός promoting cicatrization neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπουλωτικαῖς — ἐπουλωτικός promoting cicatrization fem dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπουλωτικαί — ἐπουλωτικός promoting cicatrization fem nom/voc pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπουλωτικοῖς — ἐπουλωτικός promoting cicatrization masc/neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπουλωτικωτάτη — ἐπουλωτικός promoting cicatrization fem nom/voc superl sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἐπουλωτικῆς — ἐπουλωτικός promoting cicatrization fem gen sg (attic epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»